Columbia: Η μυστική πινακοθήκη της street art στον Περισσό

Αν υπήρχε μετρητής για το “πεδίο εμπνεύσεων” street art σε ένα μόνο χώρο, τότε το ιστορικό κτήριο της Columbia στον Περισσό θα έκανε τους δείκτες του να χορεύουν σαν τρελοί.

Όχι μόνο φιλοξένησε όλη τη μουσική σοδειά της Ελλάδας από το 1930 και έπειτα, αλλά και μέσα στην πανδημία έγινε καμβάς για μία σπάνια, πρωτότυπη και πανέμορφη μυστική Πινακοθήκη. Kαι σαν από σπάνια κατάρα, τόσο παλιότερα όσο και στις μέρες το κτήριο γνωρίζει διαδοχικά περιόδους ακμής και παρακμής. Έτσι, μόλις το αποτέλεσμα στις όψεις των ταλαιπωρημένων τοίχων του φαινόταν πάλι πετυχημένο και όμορφο, ήρθε μία νέα ισοπέδωση.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το κτίριο της Columbia υπήρξε η πρώτη κάθετη μονάδα παραγωγής δίσκων της χώρας. Δημιουργήθηκε στον Περισσό το 1928 και λίγα χρόνια αργότερα παρουσίασε τον πρώτο της δίσκο το Δεκέμβριο του 1930.

Η παράξενη ιστορία της Columbia

Μόλις η παραγωγή δίσκων έμπαινε σε τάξη ήρθε η πρώτη καταστροφή. Το 1941 η δισκογραφική εταιρία επιτάχθηκε από τις Γερμανικές δυνάμεις κατοχής και λειτούργησε ως συνεργείο επισκευής αρμάτων μάχης και αυτοκινήτων.
Όταν οι Γερμανοί έφυγαν το εργοστάσιο χρειάστηκε αρκετές επισκευές και νέες επενδύσεις για να επαναλειτουργήσει. Με την απελευθέρωση η Columbia γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. Πέρα από την εγχώρια αγορά μουσικής, τα κέρδη στηρίχτηκαν στις εξαγωγές δίσκων και κασετών στον Αραβικό κόσμο. Μόνο το 1977 οι εξαγωγές αυτές έφεραν συνάλλαγμα 5 εκατ. δολαρίων.

Έτσι, η Columbia το 1979 έφτασε να απασχολεί 350 άτομα και να κατέχει την 73η θέση στις εξαγωγές της χώρας. Το 1983 όμως σταματούν οι φωνοληψίες και το 1991 το εργοστάσιο κλείνει. Και σαν να μην έφτανε αυτό, φορείς και εμπλεκόμενοι ερρίζουν για την άμεση κατεδάφισή του. Το 2006 εν μέσω αντεγκλήσεων το Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων αποφασίζει να κηρύξει το κεντρικό κτήριο ως διατηρητέο μνημείο της σύγχρονης ιστορίας. Κι έτσι σώζεται ως σήμερα.

Ο χώρος κατέγραψε 78 χρόνια ζωής, προσφέροντας ανεκτίμητο μουσικό έργο (περίπου 200.000 τίτλοι βινυλίου ηχογραφήθηκαν στις εγκαταστάσεις του) και κατεδαφίστηκε τελικά το Μάιο του 2006, κατά 70% αφού τα 6 βοηθητικά κτήρια ισοπεδώθηκαν.

Ένα Μουσείο Μουσικής που έμεινε στα χαρτιά

Αργότερα -για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις μάλλον- υπήρξε σχέδιο για την ανέγερση Μουσείου Ελληνικής Μουσικής στην Columbia, project ωστόσο που δεν υλοποιήθηκε ποτέ.

Έκτοτε όμως εκεί που οι ιθύνοντες ισοπέδωσαν ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας, η καλλιτεχνική δημιουργία και κυρίως η street art βρήκε τρόπο να επουλώσει τις πληγές. Στο κουφάρι της άλλοτε απαστράπτουσας Columbia έσκυψαν υπομονετικά τα τελευταία χρόνια αρκετοί street artists, που άρχισαν να ζωγραφίζουν διακριτικά τον εγκαταλειμμένο χώρο.

Έτσι, 15 χρόνια μετά, και κυρίως μέσα στην πρώτη περίοδο της καραντίνας τα απομεινάρια του κτιρίου μετατράπηκαν σε μια υπαίθρια γκαλερί, που απόκτησε σταδιακά το δικό της κοινό και την δική της ιδιότυπη επισκεψιμότητα! Στη διάρκεια της πανδημίας το ταλαιπωρημένο κτήριο έγινε ο αγαπημένος καμβάς έκφρασης και δημιουργίας των street artists και το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά αναπάντεχο και μοναδικό.

Το αποτύπωσε (ευτυχώς) εγκαίρως το μίνι ντοκιμαντέρ Columbia Atelier του Δημήτρη Μανιάτη με τις τοιχογραφίες των street artists της Αθήνας που μεταμόρφωσαν το εγκαταλειμμένο ιστορικό κτίριο στον Περισσό.

Η συνέχεια ήταν απογοητευτική. Τον Νοέμβριο του 2020 τα έργα βρέθηκαν βανδαλισμένα και κατεστραμμένα. Το γεγονός όμως στάθηκε η αφορμή για να ανοίξει ένας νέος κύκλος συζητήσεων για το εμβληματικό κτήριο και την τύχη του.

Πρόταση για Πάρκο street art

Οι street artists έχουν πρόταση και ζητούν να δημιουργηθεί ο πρώτος, επίσημα νομιμοποιημένος και προστατευμένος, χώρος δημιουργίας Graffiti & Street Art στην Ελλάδα, με τη μορφή ενός θεματικού Αστικού Δημοσίου Πάρκου.

“Δεν θέλουμε να υπάρξει -λένε στην ανακοίνωσή τους- μελλοντικά, συνέχεια σε τέτοιες επιθετικές εκδηλώσεις βανδαλισμού – καταστροφής και άλλων τοιχογραφιών που βρίσκονται στην πόλη και την κοσμούν με μια σύγχρονη μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης, με παγκόσμια αναγνώριση.
Ας το σκεφτούν οι ιθύνοντες, οι οποίοι, ούτως ή άλλως, συχνά τη χρησιμοποιούν, κατά περίπτωση, για επικοινωνιακούς λόγους. Δεν είναι, άλλωστε, καθόλου τυχαία η εξάπλωση των τουριστικών-εκπαιδευτικών ξεναγήσεων στις περιοχές που είναι γεμάτες με τοιχογραφίες και Graffiti Art, οι οποίες αποφέρουν οικονομικά οφέλη στον αθηναϊκό τουρισμό”.