Ευρωεκλογές 2024: 72 χρόνια ιστορίας μέχρι το σημερινό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Κάθε πέντε χρόνια σε όλη την Ευρώπη ψηφίζουμε για να στείλουμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους αντιπροσώπους που θεωρούμε ότι θα εκπροσωπήσουν καλύτερα την Ελλάδα. Φέτος οι Ευρωεκλογές θα διεξαχθούν στις 9 Ιουνίου, με τις κάλπες να ανοίγουν στις 07:00 το πρωί και να κλείνουν στις 19:00 το απόγευμα.

Η χώρα μας εκλέγει 21 ευρωβουλευτές στο σύνολο των 720 που βρίσκονται συνολικά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο αριθμός αυτός δεν είναι ιδιαίτερα σταθερός αφού με την προσχώρηση μιας χώρας στην Ε.Ε. ή με την αποχώρηση μιας άλλης, μπορεί να τροποποιηθεί.

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Η κοινή συνέλευση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα

Η ιστορία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ξεκινά με την Κοινή Συνέλευση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) το 1952, η οποία έγινε η κοινή συνέλευση των τριών υπερεθνικών ευρωπαϊκών κοινοτήτων που υπήρχαν τότε. Η συνέλευση απέκτησε στη συνέχεια την ονομασία «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» το 1962.

Με την πάροδο του χρόνου, το θεσμικό αυτό όργανο, του οποίου τα μέλη εκλέγονται άμεσα από το 1979, γνώρισε ριζικές αλλαγές: από μια συνέλευση με διορισμένα μέλη εξελίχθηκε σε εκλεγμένο κοινοβούλιο αναγνωριζόμενο ως διαμορφωτής της πολιτικής ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι κύριες αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι τρεις

  • Συζήτηση και θέσπιση των ευρωπαϊκών νόμων, μαζί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
  • Έλεγχος των δραστηριοτήτων των οργάνων της Ε.Ε., ιδιαίτερα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
  • Συζήτηση και έγκριση του προϋπολογισμού της Ε.Ε., μαζί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο

Ο αριθμός των ευρωβουλευτών για κάθε χώρα είναι γενικά ανάλογος του πληθυσμού της, αλλά ισχύει η αρχή της φθίνουσας αναλογικότητας: καμία χώρα δεν μπορεί να έχει λιγότερους από 6 ή περισσότερους από 96 βουλευτές, ενώ ο συνολικός αριθμός τους δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 750 (συν τον πρόεδρο). Οι βουλευτές συγκροτούν ομάδες με βάση την πολιτική τους τοποθέτηση, και όχι την εθνικότητά τους.

Ο/Η πρόεδρος εκπροσωπεί το Κοινοβούλιο στα άλλα όργανα της ΕΕ και στον έξω κόσμο και έχει τον τελευταίο λόγο στην έγκριση του προϋπολογισμού της ΕΕ.

Η Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου συνέρχεται για μία εβδομάδα κάθε μήνα στο Στρασβούργο, ενώ οι συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών και οι έκτακτες σύνοδοι πραγματοποιούνται στις Βρυξέλλες. Στο Λουξεμβούργο εδρεύει η Γενική Γραμματεία του Ευρωκοινοβουλίου.

Το εμβληματικό κτήριο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η έδρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς είναι διπλή. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει την ιδιαιτερότητα να εδρεύει τόσο στο Στρασβούργο όσο και στις Βρυξέλλες. Πιο συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του κοινοβουλίου συνέρχεται για μία εβδομάδα κάθε μήνα στο Στρασβούργο, ενώ οι συνεδριάσεις των κοινοβουλευτικών επιτροπών και οι έκτακτες σύνοδοι, πραγματοποιούνται στις Βρυξέλλες.

Το κτίριο στο Στρασβούργο ονομάζεται Louise Weiss, προς τιμήν της σπουδαίας Γαλλίδας συγγραφέα, δημοσιογράφου και πολιτικού, η οποία διετέλεσε μάλιστα και Ευρωβουλευτής από το 1979 έως το 1983.

Με την επιφάνειά του να ανέρχεται στα 220.000m² και τον χαρακτηριστικό πύργο του, το Louise Weis είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ορατά κτίρια του Στρασβούργου.

Ευρωεκλογές 2024: 72 χρόνια ιστορίας μέχρι το σημερινό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Το κτήριο Louise Weiss όπου εδρεύει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο © ΕΡΑ/PATRICK SEEGER

Οι εγκαταστάσεις στις Βρυξέλλες, το επονομαζόμενο Espace Leopold, είναι στην ουσία ένα συγκρότημα κτιρίων, όπου αποτελούν την έδρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην πόλη.

Ευρωεκλογές 2024: 72 χρόνια ιστορίας μέχρι το σημερινό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Οι εγκαταστάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες, το κτήριο Espace Leopold © europa.eu

Τρεις Κοινότητες, μία Συνέλευση

Μετά την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ), η Κοινή Συνέλευση της ΕΚΑΧ διευρύνθηκε για να καλύψει και τις τρεις Κοινότητες. Η νέα συνέλευση, που αριθμούσε 142 μέλη, πραγματοποίησε την εναρκτήρια συνεδρίασή της στις 19 Μαρτίου 1958, στο Στρασβούργο, ως «Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Συνέλευση», ενώ στις 30 Μαρτίου 1962 μετονομάστηκε σε «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».

Από διορισμένη Συνέλευση σε εκλεγμένο Κοινοβούλιο

Πριν από την καθιέρωση των άμεσων εκλογών, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διορίζονταν από τα εθνικά κοινοβούλια των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, όλα τα μέλη του είχαν διπλή εντολή.

Η Διάσκεψη Κορυφής των Παρισίων, στις 9 και 10 Δεκεμβρίου 1974, αποφάσισε ότι οι άμεσες εκλογές έπρεπε «να διεξαχθούν το 1978 ή μετά το 1978» και το Κοινοβούλιο κλήθηκε να υποβάλει νέες προτάσεις προκειμένου να αντικαταστήσει το αρχικό του σχέδιο σύμβασης του 1960.

Τον Ιανουάριο του 1975, το Κοινοβούλιο ενέκρινε νέο σχέδιο σύμβασης, βάσει του οποίου οι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων αφού διευθέτησαν ορισμένες διαφορές, κατέληξαν σε συμφωνία κατά τη συνεδρίασή τους στις 12 και 13 Ιουλίου 1976.

Η Απόφαση και η Πράξη για την εκλογή των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση καθολική ψηφοφορία υπεγράφησαν στις Βρυξέλλες στις 20 Σεπτεμβρίου 1976. Αφού κυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη, η Πράξη τέθηκε σε ισχύ τον Ιούλιο του 1978 και οι πρώτες εκλογές διεξήχθησαν στις 7 και 10 Ιουνίου 1979.

Με την ένταξη της Δανίας, της Ιρλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες την 1η Ιανουαρίου 1973 (πρώτη διεύρυνση), ο αριθμός των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αυξήθηκε σε 198.

Η Ελλάδα εντάχθηκε με τη δεύτερη διεύρυνση το 1981

Στη δεύτερη διεύρυνση, με την ένταξη της Ελλάδας την 1η Ιανουαρίου 1981, η Βουλή των Ελλήνων διόρισε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 24 βουλευτές, οι οποίοι αντικαταστάθηκαν τον Οκτώβριο του 1981 από άμεσα εκλεγμένους βουλευτές. Οι δεύτερες άμεσες εκλογές διεξήχθησαν στις 14 και 17 Ιουνίου 1984.

Την 1η Ιανουαρίου 1986, με την τρίτη διεύρυνση, o αριθμός των εδρών αυξήθηκε από 434 σε 518 με την άφιξη 60 Ισπανών και 24 Πορτογάλων βουλευτών, οι οποίοι είχαν διορισθεί από τα εθνικά τους κοινοβούλια και εν συνεχεία αντικαταστάθηκαν από άμεσα εκλεγμένους βουλευτές.

Μετά την ενοποίηση της Γερμανίας o αριθμός των βουλευτών αυξήθηκε

Μετά την ενοποίηση της Γερμανίας, η σύνθεση του Κοινοβουλίου προσαρμόστηκε για να αντικατοπτρίζει τη δημογραφική μεταβολή. Σύμφωνα με τις προτάσεις τις οποίες υπέβαλε το Κοινοβούλιο σε ψήφισμα σχετικά με το σύστημα κατανομής των εδρών του, o αριθμός των βουλευτών που εξελέγησαν τον Ιούνιο του 1994 αυξήθηκε από 518 σε 567.

Μετά την τέταρτη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, o αριθμός των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αυξήθηκε σε 626, με δίκαιη κατανομή εδρών για τα νέα κράτη μέλη σύμφωνα με το προαναφερθέν ψήφισμα.

Ευρωεκλογές 2024: 72 χρόνια ιστορίας μέχρι το σημερινό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Το εσωτερικό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο © Wikimedia Commons/Diliff

Η Διάσκεψη της Νίκαιας

Η Διακυβερνητική Διάσκεψη της Νίκαιας θέσπισε νέο σύστημα κατανομής των εδρών του Κοινοβουλίου, το οποίο εφαρμόστηκε στις ευρωπαϊκές εκλογές του 2004. Ο μέγιστος αριθμός βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (που προηγουμένως είχε οριστεί σε 700) αυξήθηκε σε 732. Ο αριθμός των εδρών που κατανέμονταν στα 15 παλαιά κράτη μέλη μειώθηκε κατά 91 έδρες (από 626 σε 535). Οι υπόλοιπες 197 έδρες κατανεμήθηκαν μεταξύ όλων των παλαιών και των νέων κρατών μελών σε αναλογική βάση.

Με την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας την 1η Ιανουαρίου 2007, ο αριθμός των εδρών του Κοινοβουλίου αυξήθηκε προσωρινά σε 785 προκειμένου να καταστεί δυνατή η υποδοχή των βουλευτών από τις δύο αυτές χώρες.

Μετά τις εκλογές του 2009, ο αριθμός των εδρών μειώθηκε σε 736. Με την προσχώρηση της Κροατίας την 1η Ιουλίου 2013, ο μέγιστος αριθμός εδρών ανήλθε προσωρινά σε 766.

Στις εκλογές του 2014 ο συνολικός αριθμός των εδρών μειώθηκε εκ νέου στις 751. Η κατανομή των εδρών αναθεωρήθηκε εκ νέου ενόψει των εκλογών του Μαΐου του 2019 και του Brexit.

Σταδιακή αύξηση των εξουσιών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η αντικατάσταση των εισφορών των κρατών μελών από ιδίους πόρους της Κοινότητας οδήγησε σε μια πρώτη αύξηση των δημοσιονομικών εξουσιών του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο της Συνθήκης του Λουξεμβούργου που υπεγράφη στις 22 Απριλίου 1970.

Με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη ενισχύθηκε ο ρόλος του Κοινοβουλίου σε ορισμένους νομοθετικούς τομείς (διαδικασία συνεργασίας) και έκτοτε για τις συνθήκες προσχώρησης και σύνδεσης απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, με την οποία καθιερώθηκε η διαδικασία της συναπόφασης, σηματοδότησε την αρχή της εξέλιξης του Κοινοβουλίου σε συννομοθέτη. Η εν λόγω Συνθήκη κατέστησε το Κοινοβούλιο αρμόδιο για την τελική έγκριση της σύνθεσης της Επιτροπής, σημαντικό βήμα στον πολιτικό έλεγχο του εκτελεστικού σώματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το Κοινοβούλιο.

Η Συνθήκη του Άμστερνταμ μεταρρύθμισε και επέκτεινε τη διαδικασία συναπόφασης στους περισσότερους τομείς της νομοθεσίας, χορηγώντας στο Κοινοβούλιο νομοθετικές εξουσίες ισότιμες με εκείνες του Συμβουλίου.

Η Συνθήκη της Νίκαιας υπεγράφη στις 26 Φεβρουαρίου 2001 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2003. Οι νομοθετικές και εποπτικές εξουσίες του Κοινοβουλίου αυξήθηκαν ενώ η ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία επεκτάθηκε σε περισσότερους τομείς στο Συμβούλιο.

Η Συνθήκη της Λισαβόνας σηματοδότησε μια άλλη σημαντική επέκταση τόσο της εφαρμογής της ειδικής πλειοψηφίας στο Συμβούλιο (με τη χρήση μιας νέας μεθόδου από 1η Νοεμβρίου 2014 – άρθρο 16 ΣΕΕ) όσο και της εφαρμογής της διαδικασίας της συναπόφασης (που καλύπτει πλέον περίπου 45 νέους νομοθετικούς τομείς).

Ο χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιπλέον, ως μέρος της Συνθήκης της Λισαβόνας, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υπεγράφη στις 7 Δεκεμβρίου 2000, κατέστη νομικά δεσμευτικός.

Οι ευρωπαϊκές εκλογές που διεξήχθησαν στις 23-26 Μαΐου 2019, κατέστησαν σαφές ότι το Κοινοβούλιο αξιοποίησε πλήρως τη διάταξη του άρθρου 14 ΣΕΕ, το οποίο ορίζει: «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ασκεί, από κοινού με το Συμβούλιο, νομοθετικά και δημοσιονομικά καθήκοντα. Ασκεί καθήκοντα πολιτικού ελέγχου και συμβουλευτικά καθήκοντα υπό τους όρους που προβλέπονται στις Συνθήκες. Εκλέγει τον πρόεδρο της Επιτροπής».

Πηγή: Athens Voice