Ανθρωποκεντρικές στρατηγικές, δυνατότητες διαρκούς εκπαίδευσης και εξέλιξης και ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον είναι τα χαρακτηριστικά που συγκεντρώνουν οι καλύτεροι εργοδότες στην ελληνική και τη διεθνή αγορά.
Η εταιρεία Παπαστράτος αναδείχθηκε ο ελκυστικότερος εργοδότης στην Ελλάδα για το 2023, για τρίτη συνεχή χρονιά, σύμφωνα με την έρευνα Employer Brand. Την πρώτη τριάδα συμπληρώνουν οι εταιρείες ΙΟΝ, η οποία διατήρησε για δεύτερη συνεχή χρονιά την ίδια θέση, και η Aegean Airlines, η οποία κατέγραψε μια σημαντική άνοδο που τη φέρνει στην τρίτη θέση της σχετικής κατάταξης.
Τη λίστα με τους πιο ελκυστικούς εργοδότες συμπληρώνουν η Intralot, η ELPEN, η οποία κέρδισε τέσσερις θέσεις σε σχέση με το προηγούμενο έτος, η εταιρεία Σκλαβενίτης, η LAMPSA Hotels, η Τράπεζα της Ελλάδας και η Βιομηχανία Παπαδοπούλου, οι οποίοι βρίσκονται και το 2023 στους πρώτους δέκα εργοδότες, καθώς και το Costa Navarino, το οποίο εντάσσεται για πρώτη φορά στη σχετική λίστα.
Στην έρευνα Employer Brand, η οποία διεξάγεται για έκτο διαδοχικό έτος στην Ελλάδα, συμμετείχαν 3.547 άτομα, μεταξύ των οποίων Έλληνες φοιτητές, εργαζόμενοι και άνεργοι, ηλικίας από 18 έως 65 ετών, ενώ οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν διαδικτυακά τον Ιανουάριο του 2023.
Ο φαρμακευτικός κλάδος θεωρείται ο πιο ελκυστικός στην Ελλάδα για το τρέχον έτος, με το 58% των εργαζομένων να δηλώνει την προθυμία του να εργαστεί στις εταιρείες της αγοράς, ενώ στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο τομέας της ενέργειας και των καυσίμων (55%).
Οι ισχυρότερες εταιρείες με τις καλύτερες επιδόσεις στους συγκεκριμένους κλάδους είναι οι εταιρείες ELPEN, Vianex (η οποία βρίσκεται σταθερά στη λίστα των ελκυστικότερων εργοδοτών τα τελευταία χρόνια) και DEMO, ενώ για τον τομέα της ενέργειας και καυσίμων, στην κορυφή βρίσκεται η ΔΕΔΔΗΕ και ακολουθούν τα Ελληνικά Πετρέλαια και ο ΑΔΜΗΕ.
Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν, σήμερα, ανταγωνισμό από πολλούς και διαφορετικούς κλάδους αναφορικά με την προσέλκυση και επιλογή ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που υποδηλώνει ότι μια εταιρεία χρειάζεται να είναι ελκυστική σε πολλές και διαφορετικές πτυχές και όχι μόνο σε ό, τι αφορά στην οικονομική ευρωστία και την ισχυρή εργοδοτική φήμη.
Παράγοντες επιλογής εργοδότη
Η νέα εργασιακή πραγματικότητα έχει μεταβάλει σχεδόν κάθε πτυχή του επιχειρηματικού τοπίου στην Ελλάδα, με τις οικονομικές παροχές, το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον και τις δυνατότητες εξέλιξης να αποτελούν τα πιο σημαντικά κριτήρια επιλογής εργοδότη.
Όπως επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα της έρευνας Employer Brand της Randstad, ο μισθός και οι παροχές καθιστούν τον σημαντικότερο παράγοντα για την επιλογή εργοδότη για το 2023, γεγονός που αποτυπώνει και το σημερινό, αυξημένο κόστος διαβίωσης ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρόλο που το επίπεδο απολαβών αποτελεί το κεντρικό στοιχείο αξιολόγησης των εργοδοτών, οι ίδιοι παρουσιάζουν χαμηλή προσαρμογή στις προσδοκίες των εργαζομένων, με τους μισούς μόνο από αυτούς να αισθάνονται ότι αμείβονται αρκετά καλά, τη στιγμή που βαθμολογούν σχετικά χαμηλά τον τρέχοντα εργοδότη τους στο επίπεδο των απολαβών και παροχών που προσφέρει.
Αναφορικά με τους υπόλοιπους παράγοντες που καθορίζουν την επιλογή εργοδότη, τη δεύτερη θέση της λίστας καταλαμβάνει το ευχάριστο εργασιακό περιβάλλον, επιβεβαιώνοντας ότι αποτελεί μια τάση που πλέον έχει μετατραπεί ως πάγια προσδοκία από τους εργαζόμενους, ενώ οι ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης και η μακροπρόθεσμη εργασιακή ασφάλεια παραμένουν δύο από τους σταθερούς παράγοντες για τους εργαζόμενους, τα τελευταία χρόνια.
Η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής αποτελεί το στοιχείο με συνεχώς αυξανόμενη δυναμική, χωρίς, ωστόσο, να καταγράφει στην Ελλάδα αντίστοιχη αύξηση στις προσδοκίες των εργαζόμενων, όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 82% των Ελλήνων εργαζομένων αξιολογεί ως πολύ σημαντικές τις μη οικονομικές παροχές κατά την επιλογή εργοδότη, τη στιγμή που οι οικονομικές απολαβές αποτελούν, φυσιολογικά, ισχυρό κίνητρο για το 87% του ανθρώπινου δυναμικού. Για τις γυναίκες (86%), η αξία των μη οικονομικών παροχών αναγνωρίζεται ακόμη περισσότερο συγκριτικά με τους άνδρες (76%), ποσοστά που παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα για τους εργαζομένους ηλικίας κάτω των 35 ετών.
Αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος στο προσκήνιο
Με την εργασιακή σταθερότητα και ασφάλεια να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας της αξιολόγησης των τρεχόντων εργοδοτών, το 15% των εργαζόμενων στην Ελλάδα δήλωσε ότι έχει αλλάξει εργοδότη τους τελευταίους έξι μήνες, ποσοστό ελαφρώς μεγαλύτερο από το 2022 (13%).
Αναφορικά με την απόφαση αλλαγής εργοδότη, το 23% των εργαζομένων δήλωσε πρόθυμο να αλλάξει εργασιακό περιβάλλον μέσα στο έτος, αναλογία που διαφοροποιείται στις ηλικίες 18-34 ετών (27%), αποτυπώνοντας τη διαφορετική προσέγγιση στην εργασία των νεότερων γενιών εργαζομένων. Στον αντίποδα, ο φόβος απώλειας της εργασίας αποτελεί σημαντικό παράγοντα για το 16% των εργαζομένων (19% το 2022), με σχετικές γεωγραφικές διαφοροποιήσεις (Μακεδονία και Θράκη – 20%, Αττική – 14%).
Λόγοι αποχώρησης εργαζομένων
Όπως αποτυπώνεται από την έρευνα, το 64% των Ελλήνων εργαζομένων θα εξέταζε το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τον εργοδότη του λόγω των χαμηλών αποδοχών, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι ηλικίας 18-24 ετών τείνουν να αξιολογούν περισσότερα κριτήρια για την απόφαση αλλαγής εργοδότη, με το μισθολογικό να παραμένει ο βασικός παράγοντας για το 53% από εκείνους.
Οι κεντρικοί παράγοντες, εκτός του μισθολογικού, που ενισχύουν την πρόθεση αλλαγής εργοδότη είναι ο φόβος απώλειας της εργασίας, η βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η μείωση του χρόνου μετακίνησης, η έλλειψη ενδιαφέροντος για την εργασία τους ή οι ευκαιρίες εξέλιξης της καριέρας.
Οι παράγοντες αυτοί καταγράφονται από το σύνολο των εργαζομένων, όλων των ηλικιών, με αξιοσημείωτη εντούτοις διαφοροποίηση στην προτεραιότητα της βελτίωσης της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, η οποία παραμένει σημαντική μόλις για το 22% των εργαζόμενων άνω των 54 ετών.
Εκπαίδευση και εξέλιξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας το 2023
Η επαγγελματική εξέλιξη και η προσφορά ευκαιριών ανάπτυξης αποτελεί ισχυρό εργαλείο και προτεραιότητα για τους εργαζόμενους, οι οποίοι έχουν αναδιαμορφώσει αισθητά τις ανάγκες και τη στάση τους προς το καλύτερο. Τρεις στους τέσσερις Έλληνες εργαζόμενους υποστηρίζουν ότι η επαγγελματική εξέλιξη είναι σημαντική (76%), ιδιαίτερα για τους νέους ηλικίας 18-24 (81%), ενώ το 45% των συμμετεχόντων στην έρευνα αισθάνεται ότι του δίνεται η ευκαιρία να εξελιχθεί μέσα στην επιχείρηση που εργάζεται (κάτω των 35 ετών – 50%).
Επιπρόσθετα, το 80% των εργαζομένων θεωρεί σημαντικό ο εργοδότης να προσφέρει ευκαιρίες επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων, με μόλις το 45% να θεωρεί ότι του δίνεται η σχετική ευκαιρία, αναδεικνύοντας ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο πρέπει να ενσωματώσουν οι επιχειρήσεις στη στρατηγική για το ανθρώπινο δυναμικό τους.
Νέες τάσεις: τηλεργασία, διαφορετικότητα & συμπερίληψη
Έχοντας διανύσει τρία χρόνια από την έναρξη της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, η τηλεργασία, το μοντέλο εργασίας που ενσωματώθηκε σε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων παγκοσμίως, μόλις τα τελευταία χρόνια, καταγράφει μειούμενη τάση (5% μείωση σε σχέση με πέρσυ), τη στιγμή που μόνο το 21% των Ελλήνων εργαζομένων συνεχίζει να εργάζεται εξ αποστάσεως.
Με βάση τα πορίσματα της έρευνας Employer Brand της Randstad, συγκριτικά με το 2021, το υβριδικό μοντέλο εργασίας έχει μειωθεί από το 48% στο 21%, καταγράφοντας μια διαφορετική τάση, σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Ταυτόχρονα, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα, είναι σημαντικό οι εργοδότες να κρατούν ως βασικούς κατευθυντήριους άξονες τις αρχές της συμπερίληψης και της διαφορετικότητας, με δεδομένο ότι το 48% θεωρεί σημαντικό να εργάζεται για μια εταιρεία που υποστηρίζει τις αξίες αυτές.
Κρίνεται αναγκαίο για τους Έλληνες εργοδότες να υιοθετήσουν D&I στρατηγική και να τοποθετήσουν ψηλά στην ατζέντα τους τα θέματα αυτά, γεγονός που επιβεβαιώνεται κυρίως στους εργαζόμενους ηλικίας 18-34 ετών, οι οποίοι ευαισθητοποιούνται περισσότερο για αυτά τα ζητήματα, σε σύγκριση με τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας (41%).